28 March 2021

Νότης Μαυρουδής: Ξαφνικοί Επισκέπτες


Το «Μικρό Πολυτεχνείο» ιδρύθηκε στην Αθήνα το 2002 και από τότε φιλοξενεί σεμινάρια που καλύπτουν πολλούς τομείς της τέχνης και της δημιουργίας και απευθύνονται σε όλους, ακόμα και σε κοινό χωρίς προηγούμενη σχετική εμπειρία. Άνθρωποι ξεχωριστοί και καταξιωμένοι ο καθένας στον χώρο του, αναλαμβάνουν τα τμήματα αυτά, εφαρμόζοντας πρωτότυπες μεθόδους διδασκαλίας με σκοπό να βοηθήσουν όσο γίνεται περισσότερο τους σπουδαστές να εκφραστούν με τον δικό τους τρόπο, επεκτείνοντας τις καλλιτεχνικές τους δυνατότητες και ανακαλύπτοντας τη δική τους μοναδική δημιουργική ταυτότητα. Το τμήμα «Στιχοποίηση» του «Μικρού Πολυτεχνείου» περιλαμβάνει σεμινάρια σύνθεσης στίχων, ποιητικών έργων που στοχεύουν στο να μελοποιηθούν και να τραγουδηθούν. Ένας από τους βασικούς εισηγητές του συγκεκριμένου τμήματος είναι και ο Κώστας Φασουλάς, εξαιρετικός στιχουργός στον χώρο του έντεχνου και ποιοτικού λαϊκού τραγουδιού, ο οποίος έχει φιλοξενήσει ως καλεσμένους στα μαθήματα αυτά τόσο συναδέλφους του όσο και μουσικούς και λογοτέχνες, σαν μέρος της ευρύτερης εκπαιδευτικής διαδικασίας που ακολουθεί.

Το βιβλίο – CD «Ξαφνικοί Επισκέπτες» είναι το άκρως ενδιαφέρον και πολυσυλλεκτικό αποτέλεσμα της συνεργασίας της ομάδας του τμήματος «Στιχοποίηση» με τον σπουδαίο συνθέτη Νότη Μαυρουδή, ο οποίος ήταν και ένας από τους προσκεκλημένους εισηγητές κατά τη διάρκεια των σεμιναρίων. Οι μαθητές του Κώστα Φασουλά που συμμετέχουν είναι οι νέοι στιχουργοί Δήμητρα Κουντουριώτη, Ιωάννα Κολλινάτη, Κέλλυ Αλεφάντου, Ειρήνη Παπαδοπούλου, Παναγιώτης Στράκαρης, Λυσάνδρα Αναστασοπούλου, Νάνσυ Φωτοπούλου, Μιχάλης Δήμας, Ανδρομάχη Δαμαλά, Βίβιαν Ματσούκα, Αντιγόνη Κολοβέντζου και Νίκη Ρουσοπούλου – Παππά. Στα 13 τραγούδια που αποτελούν το βιβλίο – CD  περιλαμβάνονται αξιόλογες στιχουργικές συνθέσεις τους που μελοποιήθηκαν από τον Νότη Μαυρουδή και έγιναν τραγούδια, τα οποία ηχογραφήθηκαν κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς, παρά τις δυσκολίες που είχαν προκύψει εξαιτίας της πανδημίας. Το συνοδευτικό βιβλίο περιλαμβάνει τους στίχους όλων των κομματιών, σημειώματα του Κώστα Φασουλά και του Νότη Μαυρουδή και ένα εμπνευσμένο κείμενο του ποιητή Γιώργου Μαρκόπουλου σχετικά με την εξέλιξη της μουσικής και του στίχου στην Ελλάδα μετά την Μεταπολίτευση. 

Στο ανατρεπτικό εξώφυλλο κυριαρχεί ένας πολύχρωμος ιπτάμενος δίσκος, που εικονογραφεί  επακριβώς και ευφυώς τον τίτλο «Ξαφνικοί Επισκέπτες», με έναν τρόπο, ωστόσο, ευφάνταστο και πρωτότυπο: υποδεικνύει ταυτόχρονα την αναπάντεχη σύμπραξη των συντελεστών και, κυρίως και πρωτίστως, το σύγχρονο στίγμα του όλου εγχειρήματος. Πρόκειται ουσιαστικά για μια συλλογή τραγουδιών, τα οποία χαρακτηρίζει μεν η ομοιογένεια εφόσον η μουσική έχει γραφτεί από τον ίδιο συνθέτη, ωστόσο το κάθε ένα αφηγείται και μια διαφορετική ιστορία, με την μοναδική υπογραφή του κάθε δημιουργού, επομένως κουβαλάει και αναδεικνύει τον δικό του ιδιαίτερο χαρακτήρα, το ξεχωριστό του συναίσθημα, τη δική του αύρα. Κάτι που τονίζεται ακόμα περισσότερο χάρις στις πολύ όμορφες ερμηνείες των σημαντικών καλλιτεχνών (Δώρος Δημοσθένους, Μόρφω Τσαϊρέλη, Γεράσιμος Ανδρεάτος, Ηλίας Λιούγκος, Βασίλης Λέκκας, Ειρήνη Τουμπάκη) που έχουν κληθεί να πουν τα τραγούδια. Όπως εύστοχα σημειώνει και ο ίδιος ο συνθέτης στο εισαγωγικό του σημείωμα, σκοπός του ήταν να έχει το κάθε τραγούδι την ταυτότητά του έτσι ώστε οι τραγουδιστές να μην εγκλωβιστούν σε ερμηνευτικούς μανιερισμούς. 

Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με τραγούδια κατά κανόνα λυρικά, με λιτές ενορχηστρώσεις στις οποίες κυριαρχεί η κιθάρα – άλλωστε ο Νότης Μαυρουδής, εκτός από σημαντικός συνθέτης είναι και εξαίρετος βιρτουόζος κιθαρίστας. Το βάρος των μυστικών και των αναμνήσεων (Το φίδι), η αδημονία του έρωτα (Χωρίς όνομα) και η απώλειά του (Μοναχικό ταξίδι, Δεμένα χέρια), ο απολογισμός που έρχεται τις ώρες της μοναξιάς (Σβήσε το φως) ή στο κομβικό σημείο μιας διαδρομής ζωής (Στου ταξιδιού τη μέση, Στης μνήμης την αρένα, Λίγο μπλε), το ταξίδι της αυτογνωσίας (Η ρίζα), αλλά και κοινωνικοί προβληματισμοί (Λιποτάκτης) είναι τα θέματα που απασχολούν τους στιχουργούς. Δεν λείπει ωστόσο και το λαϊκό χρώμα, συνθέσεις πιο λαϊκότροπες, οι οποίες, με τον εκλεπτυσμένα χιουμοριστικό τους χαρακτήρα, τόσο όσον αφορά τον στίχο όσο και τις μελωδικές γραμμές, προσφέρουν μια ιδιότυπη ψυχική ανάταση μέσα από γλυκόπικρες ερωτικές  ή ηθογραφικές ιστορίες (Μαντόνα, Παραφορά, Του έρωτα το ριζικό). Θέματα το δίχως άλλο διαχρονικά, ιδωμένα όμως μέσα από το πρίσμα της σύγχρονης εποχής που διανύουμε. Οι μελωδίες του Νότη Μαυρουδή είναι νοσταλγικές, αισθαντικές, γεμάτες ευαισθησία, λεπτοδουλεμένες με μεράκι. Αγκαλιάζουν τους στίχους με τρυφερότητα, αναδεικνύοντας τις συναισθηματικές τους εναλλαγές και αποχρώσεις. 

Δύο από τα χαρακτηριστικά του λαού μας είναι η δημιουργικότητα και η έμφυτη διάθεση προς την αισιοδοξία. Αυτό έχει δείξει η ιστορία μας, αλλά και το πολιτιστικό μας υπόβαθρο, που έχουν τις ρίζες τους αιώνες πίσω. Μέσα στις αντίξοες συνθήκες που καλούμαστε όλοι μας να αντιμετωπίσουμε, είναι εξαιρετικά αισιόδοξο να βλέπουμε προσπάθειες όπως αυτή των «Ξαφνικών Επισκεπτών» να ευοδώνονται με τόσους καλούς οιωνούς. Είναι ένα χαρμόσυνο μήνυμα ότι η δημιουργία δεν σταματάει μπροστά σε κανένα εμπόδιο, και πάντα βρίσκει τρόπους έκφρασης, και ότι η τέχνη σε όλες της τις εκφάνσεις  είναι η φωτεινή διέξοδος ακόμα και από τις πιο σκοτεινές καταστάσεις, μια διέξοδος που πάντα μένει ανοιχτή, ακόμα κι αν δεν είναι πάντα εμφανής η παρουσία της.


Δημοσιεύτηκε στο DIASTIXO τον Μάρτιο του 2021

https://diastixo.gr/allestexnes/mousiki/16015-xafniki-episkeptes

6 March 2021

Το μέλλον είναι εδώ: Οι προφητικές δυστοπίες του Τζορτζ Όργουελ


Από την 1η Ιανουαρίου του 2021, τα βιβλία του Τζορτζ Όργουελ είναι ελεύθερα πνευματικών δικαιωμάτων, και με την ευκαιρία αυτή, κυκλοφόρησαν στη χώρα μας πολλές και διαφορετικές εκδόσεις των έργων του. Ανάμεσά τους φυσικά δεν θα μπορούσαν να μην είναι τα δύο πιο εμβληματικά, η νουβέλα Η Φάρμα των Ζώων και το μυθιστόρημα 1984, κλασικές αλληγορίες που τυχαίνει να είναι και πιο επίκαιρες από ποτέ.

Αν και τα δύο αυτά έργα γράφτηκαν μέσα σε συγκεκριμένες γεωπολιτικές – κοινωνικές συνθήκες, και με σκοπό να καυτηριάσουν στοχευμένα πολιτικές και καθεστώτα της εποχής, η αλληγορική τους δυναμική ξεπερνάει τυχόν χρονικά και τοπικά όρια και βρίσκει εφαρμογή και αντιστοιχία ακόμα και στις μέρες μας – και μάλιστα πολύ περισσότερο από κάθε άλλη εποχή. Άλλωστε δεν έχει και τόση σημασία ποιο είναι το εκάστοτε καθεστώς και πώς ονομάζεται, καθώς η ιστορία έχει δείξει – και συνεχίζει, δυστυχώς, να αποδεικνύει καθημερινά – ότι όποιος αναλαμβάνει μια θέση κυριαρχική, δεν αργεί να ξεχάσει τις τυχόν λαϊκές καταβολές του και την όποια ιδεολογία τον έσπρωξε αρχικά να επιδιώξει ένα υψηλό πολιτικό πόστο, και τελικά καταλήγει σχεδόν αντίγραφο αυτού τον οποίο ανέτρεψε, με τις συνέπειες να είναι πάντα εξίσου δυσάρεστες για την πλειονότητα των ανθρώπων οι οποίοι υφίστανται οποιασδήποτε μορφής και πολιτικής κατεύθυνσης απολυταρχική εξουσία.

Η Φάρμα των Ζώων διαδραματίζεται σε ένα αγρόκτημα, όπου τα ζώα, αγανακτισμένα από την κακομεταχείριση των ανθρώπων, αποφασίζουν να επαναστατήσουν. Η ανταρσία τους στέφεται με απόλυτη επιτυχία, οι άνθρωποι εκδιώκονται κακήν κακώς, και σύντομα αρχίζει στη φάρμα μια περίοδος ευημερίας όπου κυριαρχούν η ισότητα και η δικαιοσύνη. Όμως σύντομα οι μέχρι πρότινος πρωτεργάτες της επανάστασης καλομαθαίνουν στην εξουσία, αρχίζουν να κοιτάζουν το προσωπικό τους συμφέρον και να αδιαφορούν για τα υπόλοιπα ζώα, τα οποία από ένα σημείο και πέρα μετατρέπονται ξανά σε υποτελείς και επανέρχονται σε συνθήκες ζωής και εργασίας που ελάχιστα διαφέρουν από την εποχή που είχαν τους ανθρώπους πάνω από το κεφάλι τους. Οι νόμοι που είχαν συντάξει όλοι μαζί, για να τηρούνται ευλαβικά από το σύνολο της κοινωνίας της Φάρμας, προοδευτικά διαστρεβλώνονται συστηματικά και μεθοδικά, έτσι ώστε κανείς τελικά να μη θυμάται τι είχε αρχικά συμφωνηθεί. Τα ζώα χωρίζονται σιγά σιγά σε κοινωνικές τάξεις, με τους προνομιούχους αρχηγούς να υιοθετούν όλο και περισσότερες ανθρώπινες συνήθειες, να έρχονται όλο και πιο συχνά σε επικοινωνία με τους ανθρώπους και στο τέλος να γίνονται κυριολεκτικά ίδια μ’ αυτούς. 

Το 1984 περιγράφει μια δυστοπική κοινωνία του μέλλοντος, όπου η αστυνόμευση και ο έλεγχος έχουν μπει κυριολεκτικά μέσα στα σπίτια, και οι άνθρωποι απαγορεύεται να έχουν συναισθήματα, να διαβάζουν, να ψυχαγωγούνται, να ερωτεύονται. Κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Μεγάλου Αδελφού, ο οποίος παρακολουθεί τα πάντα ασταμάτητα μέσα από οθόνες που είναι τοποθετημένες σε κάθε σπίτι, η ζωή είναι απόλυτα κατευθυνόμενη. Οι πολίτες του Λονδίνου είναι απλά γρανάζια μιας τεράστιας μηχανής, και όχι μόνο η ελεύθερη έκφραση, αλλά και η ελεύθερη σκέψη είναι αυστηρά απαγορευμένες. Το λεξιλόγιο έχει περιοριστεί σε συγκεκριμένες λέξεις, με προοπτική να συρρικνωθεί ακόμα περισσότερο. Τόσο η μακρινή όσο και η σύγχρονη ιστορία διαστρεβλώνονται, η λογοτεχνία κατακρεουργείται από την λογοκρισία, κλασικά κείμενα ξαναγράφονται για να φύγει από τις σελίδες τους κάθε τι που θεωρείται επικίνδυνο ή απειλητικό για την υπάρχουσα τάξη των πραγμάτων. Παρόμοια μεταχείριση έχουν και οι ειδήσεις, οι οποίες κυριολεκτικά κόβονται και ράβονται, ανάλογα με την περίσταση. Οι μνήμες των ανθρώπων χάνονται μέσα σε παραπλανητικές και εσκεμμένα λανθασμένες πληροφορίες σχετικά με το παρελθόν. Κόντρα σε όλα αυτά, ο Ουίνστον Σμιθ, ο ήρωας της ιστορίας, αρχικά μηχανεύεται έναν τρόπο ώστε η οθόνη παρακολούθησης που βρίσκεται στο διαμέρισμά του να μην μπορεί να τον δει κάθε στιγμή. Ανακαλύπτει ένα παλαιοπωλείο και αγοράζει ένα σημειωματάριο, όπου κρατάει ημερολόγιο. Αργότερα ερωτεύεται. Η Τζούλια, η κοπέλα με την οποία σχετίζεται ανήκει σε νεότερη γενιά κι έχει γαλουχηθεί σχεδόν αποκλειστικά με την προπαγάνδα του συστήματος, παρ’ όλα αυτά, εκείνη είναι που πρώτη εκφράζει τα συναισθήματά της απέναντί του. Ο Ουίνστον σκέφτεται ότι μπορεί να κάνει κάτι για να αλλάξει την κατάσταση. Θεωρεί ότι βρίσκει έναν σύμμαχο στο πρόσωπο του Ο’ Μπράιεν, ενός χαρισματικού στελέχους του κυβερνώντος κόμματος, στον οποίο είναι πεπεισμένος ότι μπορεί να έχει εμπιστοσύνη παρ’ όλο που είναι άνθρωπος του συστήματος, καθώς ασκεί επάνω του μια ανεξήγητη γοητεία. Όταν έρχεται αντιμέτωπος με την αλήθεια, ο Ουίνστον μένει με ελάχιστα περιθώρια αντίδρασης, αν και από την αρχή απόλυτη επίγνωση της έτσι κι αλλιώς προδιαγεγραμμένης εξέλιξης των πραγμάτων.

Η Φάρμα των Ζώων και το 1984 ολοκληρώθηκαν με σχετικά μικρή χρονική διαφορά – το πρώτο το 1945, και το δεύτερο τρία χρόνια αργότερα (αν και εκδόθηκε το 1949). Το κίνητρο για την σύνθεσή τους ήταν για τον Όργουελ πάνω – κάτω το ίδιο, τα έργα ωστόσο έχουν σημαντικές διαφορές, οι οποίες τα κάνουν να αλληλοσυμπληρώνονται: Η Φάρμα των Ζώων εστιάζει κυρίως στους εκπροσώπους της εξουσίας, ενώ το 1984 μεταφέρει τον βασικό χώρο δράσης του στα λαϊκά – εργατικά στρώματα. Επιπλέον, Η Φάρμα των Ζώων παρακολουθεί την «επανάσταση» από τη γέννησή της μέχρι και κάποια στάδια της εξέλιξής της, ενώ στο 1984 βλέπουμε τις συνέπειες μιας ανάλογης ενέργειας σε βάθος χρόνου. Τα στοιχεία του μύθου, του παραμυθιού και της παραβολής που είναι τα κύρια χαρακτηριστικά στη Φάρμα των Ζώων (καθόλου τυχαία, ο Όργουελ συνόδευε αρχικά τον τίτλο του έργου με τον υπότιτλο «Ένα παραμύθι», ο οποίος στη συνέχεια απορρίφθηκε όταν ήταν να εκδοθεί το βιβλίο) μετεξελίσσονται στο απογυμνωμένο και αφιλόξενο δυστοπικό κλίμα του 1984. Από το ακαθόριστο τοπικά και χρονικά σκηνικό της Φάρμας των Ζώων, περνάμε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο στο 1984, όπου η κοινωνική-πολιτική-γεωγραφική κατάσταση είναι πλέον παγιωμένη. Προφανώς το 1984 φάνταζε σαν πολύ μακρινό μέλλον στα τέλη της δεκαετίας του ‘40 (παρεμπιπτόντως υπάρχει η άποψη ότι ο Όργουελ επέλεξε αυτή τη χρονολογία σαν αριθμοπαίγνιο με το 1948, χρονιά που ολοκλήρωσε το 1984), αλλά δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι σχεδόν τα πάντα που περιγράφονται στο βιβλίο έχουν αποδειχτεί ανατριχιαστικά προφητικά. Όχι τόσο όσον αφορά την πολιτική πτυχή, αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό την παγκόσμια κοινωνία όπως έχει διαμορφωθεί κυρίως τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Μέσα στη δεκαετία του ‘80 μπορούμε να εντοπίσουμε μεμονωμένα τις απαρχές των κοινωνικών φαινομένων που κυριαρχούν στις μέρες μας και που κατά κάποιον τρόπο δικαιώνουν τις δυστοπικές προβλέψεις του Όργουελ. Ο φόβος του αόρατου εχθρού, η υπερβάλλουσα πολιτική ορθότητα, ο αναθεωρητισμός που ουσιαστικά αναιρεί σημαντικό μέρος της κλασικής λογοτεχνίας και, κατ’ επέκταση, της ιστορίας της ανθρωπότητας, ο συστηματικός έλεγχος και η έμμεση αστυνόμευση, όχι μόνο δεν προάγουν την ελεύθερη σκέψη αλλά την περιορίζουν σε εγκληματικό βαθμό, κάτι που έρχεται σε άκρα αντίθεση με την αλματώδη πρόοδο της τεχνολογίας η οποία, υπό ιδανικές συνθήκες, θα εξέλισσε τον κάθε άνθρωπο σε ένα απόλυτα αυτόνομο, ανεξάρτητο και ελεύθερο άτομο.


Δημοσιεύτηκε στο DIASTIXO τον Μάρτιο του 2021