18 November 2016

Ο Συμβολισμός Στην Ποίηση (William Butler Yeats)


Μετάφραση: Βερίνα Χωρεάνθη


Εκτός από τα συναισθηματικά σύμβολα, τα σύμβολα δηλαδή που ανακαλούν μόνο συναισθήματα - και, υπό αυτή την έννοια, οτιδήποτε ελκυστικό ή αποκρουστικό μπορεί να πάρει συμβολική σημασία, παρ' όλο που οι μεταξύ τους σχέσεις είναι τόσο λεπτές ώστε να μη μπορούν να μας ευχαριστήσουν ολοκληρωτικά, έτσι και τα απομακρύνουμε από το ρυθμό και το μέτρο - υπάρχουν και τα διανοητικά σύμβολα που γεννούν μόνο ιδέες ή ιδέες ανάμεικτες με συναισθήματα. Και, αν εξαιρέσουμε τις καθορισμένες μυστικιστικές παραδόσεις και την όχι και τόσο καθορισμένη κριτική ορισμένων σύγχρονων ποιητών, μόνο αυτά ονομάζονται σύμβολα.

Τα περισσότερα πράγματα υπάγονται σε μια απ’ τις δύο κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο που μιλάμε γι' αυτά, καθώς και με τα συμφραζόμενά τους, επειδή τα σύμβολα, έτσι και τα συνδέσουμε με τις ιδέες που δεν είναι απλά και μόνο θραύσματα των σκιών με τις οποίες ή διάνοια επιφορτίζει τα συναισθήματα που  ανακαλούν, είναι τα παιχνίδια του συμβολιστή ή του σχολαστικού και αργά ή γρήγορα ξεχνιούνται. Αν χρησιμοποιήσω τις λέξεις άσπρο ή βυσσινί σε μια οποιαδήποτε ποιητική φράση, τα συναισθήματα που θα μου ανακαλέσουν θα είναι ξεκάρφωτα και δε θα είμαι σε θέση να εξηγήσω γιατί μου τα προξένησαν. Αν, όμως, στην ίδια πρόταση εισαγάγω κάποια χειροπιαστά αντικείμενα, όπως έναν σταυρό ή ένα ακάνθινο στεφάνι, μου έρχεται στο νου η αγνότητα και η παντοκρατορία. Κατ’ αυτό τον τρόπο, βλέπω μέσα στο μυαλό μου αμέτρητα νοήματα που συνδέονται με το άσπρο ή το βυσσινί με τους δεσμούς ενός λεπτού υπαινιγμού, κι αυτό ισχύει και για το συναίσθημα και για τη νόηση, και, ακόμα κι όταν περάσω το κατώφλι του ύπνου, τα βλέπω να σκορπίζουν τα  φώτα και τις σκιές μιας ακαθόριστης γνώσης σχετικά με αυτό που μέχρι πριν λίγο μπορεί να θεωρούσα στειρότητα και θορυβώδη βία.

Η νόηση είναι εκείνη που αποφασίζει σε ποιό σημείο ο αναγνώστης θα αναλογιστεί την εναλλαγή των συμβόλων, κι αν τα  σύμβολα αυτά είναι μόνο συναισθηματικά, τότε η άποψη που έχει, περνάει μέσα από τις κακοτυχίες και τα  πεπρωμένα του κόσμου, αν όμως είναι και διανοητικά, γίνεται κι ο ίδιος ένα κομμάτι της  απόλυτης διανόησης και παίρνει μέρος στην εναλλαγή. Στη θέα μιας λιμνούλας κάτω από το φώς του φεγγαριού, η συγκίνηση που μου προξενεί ή ομορφιά της μπερδεύεται με την ανάμνηση του ανθρώπου που είχα δει να οργώνει τη γη στις όχθες της ή των εραστών που είδα εκεί τις προάλλες, αλλά αν κοιτάξω μόνο το φεγγάρι φέρνοντας στο νου μου κάποια από τις αρχαίες ονομασίες και μορφές του, τότε κινούμαι ανάμεσα στους θεούς και τα  πράγματα που μας απελευθέρωσαν από τον θνητό μας εαυτό, τον εβένινο πύργο, τη βασίλισσα του νερού, το μεγαλόπρεπο ελάφι μέσα στα μαγεμένα δάση, τον άσπρο λαγό που  κάθεται στην κορφή ενός λόφου, τον τρελό των παραμυθιών με το αστραφτερό του κύπελλο γεμάτο όνειρα, και μπορεί και να πιάσω φιλίες με κάποια από τούτες τις οπτασίες, ίσως και να συναντήσω τον Θεό εκεί ψηλά.

Έτσι, λοιπόν, αυτός που  συγκινείται από τον Σαίξπηρ, ο οποίος αρκείται στα συναισθηματικά σύμβολα για να μας προσεγγίσει, ταυτίζεται με τη συνολική άποψη του κόσμου, αυτός, όμως, που  συγκινείται από τον Δάντη ή τον μύθο της Δήμητρας, ταυτίζεται με τη σκιά του Θεού ή κάποιας θεάς και επομένως, αυτός που είναι απασχολημένος με διάφορα πράγματα απέχει από τα σύμβολα, η ψυχή ωστόσο κινείται ανάμεσα σε σύμβολα και εκφράζεται μέσω των συμβόλων όταν την καταλαμβάνει νάρκη ή τρέλα, ή όταν ο βαθύς διαλογισμός την έχει αποδεσμεύσει από τις παρορμήσεις που δεν της ανήκουν. «Και τότε», είπε ο Ζεράρ ντε Νερβάλ μιλώντας για την τρέλα του, «ίδα μπροστά μου να σχηματίζονται αμυδρά εικόνες από αγάλματα της αρχαιότητας τα οποία σιγά σιγά πήραν τη μορφή τους, έγιναν συγκεκριμένα και ήταν σαν να αντιπροσώπευαν σύμβολα των οποίων τη σημασία μόλις και μετά βίας κατάφερα να συλλάβω».

Σε κάποια παλιότερη εποχή, θα ανήκε σ’ αυτή τη μεγάλη παρέα που η εγκράτεια στέρησε από τις ψυχές της την ελπίδα και τη μνήμη, τον πόθο και τη μετάνοια, κι ίσως πιο αποτελεσματικά απ’ όσο θα μπορούσε η τρέλα του να τα στερήσει όλα αυτά από την ψυχή του, κάνοντάς τις έτσι να αποκαλύψουν την εναλλαγή των συμβόλων στα οποία οι άνθρωποι υποκλίνονται μπροστά στους βωμούς και προσπαθούν να τα  καλοπιάσουν με λιβάνι και αναθήματα. Καθώς, όμως, ανήκει στην εποχή μας, ήταν κι αυτός σαν τον Μαίτερλινγκ, σαν τον Βιλιέ ντε Λίλ-Αντάμ στον Άξελ, σαν όλους αυτούς που ασχολήθηκαν με τα  διανοητικά σύμβολα στην εποχή μας, που  προφήτεψαν το νέο ιερό βιβλίο του οποίου όλες οι τέχνες, όπως είπε κάποιος, αρχίζουν να ονειρεύονται. Πώς είναι δυνατόν να ξεπεράσουν οι τέχνες τον αργό θάνατο της ψυχής του ανθρώπου, τον οποίο εμείς ονομάζουμε πρόοδο του κόσμου, και να αγγίξουν ξανά τις χορδές της ανθρώπινης καρδιάς χωρίς να ντύνονται τη θρησκεία, όπως γινόταν παλιά;

Αν υποθέσουμε πως οι άνθρωποι αποδέχονται τη θεωρία ότι ή ποίηση μάς συγκινεί χάρις στο συμβολισμό της, τί είδους αλλαγή θά ‘πρεπε να αναζητήσουμε στο ύφος της  ποίησής μας; Μια επιστροφή στους τρόπους των προγόνων μας, ένα μείγμα περιγραφών της  φύσης στο όνομα της  ίδιας της φύσης, του ηθικού νόμου στο όνομα του ίδιου του ηθικού νόμου, ένα μείγμα όλων των ανεκδότων και όλης αυτής της  μελέτης των επιστημών, που τόσο συχνά έκαναν να κοπάσει η φλόγα που φώλιαζε στον Τέννυσον, και αυτής της ορμητικότητας που μας ωθεί να κάνουμε ορισμένα πράγματα ή, με άλλα λόγια, θα ’πρεπε να συνειδητοποιήσουμε πως οι πρόγονοί μας έκαναν μάγια στον βήρυλλο για να τον κάνουν να φανερώσει τις εικόνες του πυρήνα του αντί να αντικατοπτρίζει τα γεμάτα ενθουσιασμό πρόσωπά μας ή τα  κλαδιά που  ταλαντεύονται έξω από το παράθυρο.

Μ’ αυτή τη μετάθεση του κέντρου βάρους, αυτή την επιστροφή στη φαντασία, με τη συναίσθηση ότι οι νόμοι της τέχνης, που  είναι και οι κρυφοί νόμοι του κόσμου, μπορούν από μόνοι τους να περιορίσουν τη φαντασία, θα μπορούσε να επιτευχθεί μια αλλαγή στο ύφος, και θα μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε μέσα από τη σοβαρή ποίηση κάποιους ενεργητικούς ρυθμούς, όπως για παράδειγμα αυτόν του δρομέα, που ή θέληση τους έχει εφεύρει έχοντας πάντα κατά νου να φτιάξει ή να διαλύσει κάτι και θα ’πρεπε να αναζητήσουμε όλους αυτούς τούς κινητικούς, στοχαστικούς και οργανικούς ρυθμούς, οι οποίοι αποτελούν την ενσωμάτωση της φαντασίας που δεν μισεί και δεν επιθυμεί τίποτα επειδή έχει πια ξεμπερδέψει με τον χρόνο, και το μόνο που θέλει είναι να ρίξει το βλέμμα της σε κάποια πραγματικότητα, σε κάποια ομορφιά - κι ούτε θα ήταν πια δυνατό για κανέναν να αμφισβητήσει τη σπουδαιότητα της μορφής σε όλες της τις εκφάνσεις, γιατί, παρ' όλο που  μπορείς να εκθέσεις μια άποψη ή να περιγράψεις ένα πράγμα, όταν δεν έχεις επιλέξει σωστά τις λέξεις που θα χρησιμοποιήσεις, δεν μπορείς να δώσεις μορφή σε κάτι που  κινείται πέρα από τις αισθήσεις, εκτός βέβαια αν οι λέξεις σου είναι τόσο εκλεπτυσμένες, τόσο περίτεχνες, σαν να είναι γεμάτες με μια μυστηριώδη ζωή, όπως το σώμα ενός λουλουδιού ή μιας γυναίκας.

Η μορφή της  προσωπικής ποίησης, αντίθετα από τη μορφή της λαϊκής ποίησης, μπορεί στ’ αλήθεια να είναι σκοτεινή καμιά φορά, ή ακόμα και ακατανόητη, όπως σε κάποια από τα  ωραιότερα Τραγούδια της  Αθωότητας και της Εμπειρίας, αλλά η τελειότητά της δεν πρέπει να επιδέχεται καμιά ανάλυση, και η λεπτολογία της οφείλει να αποκτά ένα καινούργιο νόημα κάθε μέρα, κι όλα αυτά πρέπει να τα  κατέχει, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για ένα τραγουδάκι γραμμένο σε μια στιγμή νωχελικής ονειροπόλησης, ή για ένα σπουδαίο έπος βγαλμένο μέσα από τα όνειρα ενός ποιητή και εκατομμυρίων γενεών που δεν κούρασαν ποτέ τα χέρια τους με το ξίφος.

Η μετάφραση πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ευθύνη, τεύχος 305, μετά από επιθυμία του τότε διευθυντή Κώστα Ε. Τσιρόπουλου



Δημοσιεύτηκε στο FRACTAL τον Νοέμβριο του 2016
http://fractalart.gr/w-m-yeats/

12 November 2016

Dario Fo: Υπάρχει Ένας Τρελός Βασιλιάς Στη Δανιμαρκία

Σε μια λαβυρινθώδη όσο και σκοτεινή εποχή της ευρωπαϊκής ιστορίας είναι αφιερωμένο το ιστορικό μυθιστόρημα του Ντάριο Φο Υπάρχει ένας τρελός βασιλιάς στη Δανιμαρκία –τίτλος που παραφράζει τη γνωστή φράση από τον Άμλετ του Σαίξπηρ «κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας». Δεν είναι τυχαία αυτή η επιλογή, καθώς σ’ αυτή την περίπτωση η Ιστορία αντιγράφει την τέχνη, αν αναλογιστεί κανείς τις ομοιότητες ανάμεσα στο έργο του Σαίξπηρ και τα –πολύ μεταγενέστερα– ιστορικά γεγονότα που τόσο γλαφυρά και παραστατικά παρουσιάζονται στο βιβλίο.

Αν μη τι άλλο, η Ιστορία είναι γεμάτη από γεγονότα που προσφέρονται για μυθιστορηματική απόδοση, πόσο μάλλον όταν περιλαμβάνουν ίντριγκες, συνωμοσίες, αντισυμβατικές προσωπικότητες, συγκρούσεις συμφερόντων, πάθη και εγκληματικές ενέργειες. Εδώ ως κεντρικό σημείο αναφοράς έχουμε το χρονικό της βασιλείας του Χριστιανού Ζ’ της Δανίας-Νορβηγίας (1766-1808), το οποίο περιγράφει όλα αυτά και ακόμα περισσότερα – χαρακτηριστικό είναι ότι η συγκεκριμένη ιστορία έχει αποτελέσει κι άλλες φορές βάση και έμπνευση για λογοτεχνικά έργα, αλλά και κινηματογραφικές ταινίες, όπως το The Dictator του Βίκτορ Σάβιλ (1935) και το πιο πρόσφατο A Royal Affair του Ελληνοδανού Νικολάι Αρσέλ (2012).

Ο Ντάριο Φο ούτε δικαιολογεί ούτε ωραιοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις – αλλά με την εξαιρετική του δεινότητα δίνει μια άλλη διάσταση σε μια σειρά από γεγονότα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη Δανία του 18ου αιώνα και ως ένα βαθμό επηρέασαν και άλλες περιοχές της Ευρώπης. Ο Χριστιανός Ζ’, γιος του Φρειδερίκου Ε’, χρίστηκε βασιλιάς της Δανίας σε ηλικία μόλις δεκαεπτά ετών. Έπασχε εκ γενετής από μια περίπλοκη εγκεφαλική διαταραχή η οποία τον ωθούσε σε συμπεριφορές μη συμβατές κοινωνικά, ακόμα και προκλητικές πολλές φορές. Ωστόσο υπήρχαν διαστήματα κατά τα οποία διατηρούσε σε αρκετά μεγάλο βαθμό την πνευματική του διαύγεια, και κατά τα διαστήματα αυτά η σκέψη του ήταν συγκροτημένη, και ο ίδιος έδειχνε μια προχωρημένη για την εποχή διάθεση για προοδευτικές πολιτικές κινήσεις. Αλλά ήταν αυτή η ιδιότυπη «τρέλα» του που τον εμπόδιζε να αναλάβει ουσιαστική δράση σαν βασιλιάς, με αποτέλεσμα να χρειάζεται συνεχώς δίπλα του συμβούλους και έμπιστα πρόσωπα που δρούσαν εξ ονόματός του.

Ο γάμος του με τη Βρετανίδα Καρολίνα Ματθίλδη, αν και ήταν ένα από τα τόσα πολιτικά «προξενιά» που συνηθίζονταν τότε για να εξυπηρετήσουν διάφορες σκοπιμότητες εκατέρωθεν, θα μπορούσε να είναι ευτυχισμένος καθώς υπήρχε αληθινή αγάπη και από τις δύο πλευρές, ωστόσο δεν είχε τόσο ιδανική πορεία, καθώς το ζευγάρι αδυνατούσε να περάσει αρκετό χρόνο μαζί, ακριβώς εξαιτίας της διαταραχής του Χριστιανού και της αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς του προς τη γυναίκα του – απόρροια κι αυτή της ασθένειάς του. Παρ’ όλα αυτά, έκαναν ένα παιδί, τον Φρειδερίκο, μελλοντικό διάδοχο του θρόνου. Η Καρολίνα απέκτησε αναπόφευκτα εραστή στο πρόσωπο του γιατρού –και μετέπειτα πρωθυπουργού– Γιόχαν Φρίντριχ Στρούνζε, αλλά καθώς ο τελευταίος ήταν άτομο που ο Χριστιανός συμπαθούσε ιδιαίτερα και εμπιστευόταν απεριόριστα σε ό,τι είχε να κάνει με τις πολιτικοκοινωνικές του κινήσεις και δραστηριότητες, και έχοντας γνώση ο ίδιος της δικής του κατάστασης, όχι μόνο δεν δυσανασχετούσε μ’ αυτή τη σχέση, αλλά την ενθάρρυνε κιόλας.

Ανίκανος να κυβερνήσει ουσιαστικά, ωστόσο είχε την ικανότητα να βλέπει μακριά και να αντιλαμβάνεται τα νέα ήθη. Βαθιά επηρεασμένος από τους Γάλλους διαφωτιστές, και με τη συνεχή καθοδήγηση του Στρούνζε προς αυτή την κατεύθυνση, επιθυμούσε στη συνέχεια να εφαρμόζει προοδευτικούς νόμους και στη Δανία, κάτι που φυσικά δεν μπορούσε να μείνει χωρίς αντίδραση από τις τάξεις των ευγενών και των προνομιούχων. Παράλληλα, είχε ν’ αντιμετωπίσει και τη μητριά του, την αδίστακτη και δολοπλόκα Τζουλιάνα Μαρία, η οποία, επιθυμώντας να δει στην εξουσία τον δικό της γιο και ετεροθαλή αδελφό του Χριστιανού, μηχανευόταν σχέδια κι έστηνε συνωμοσίες με θύματα πρόσωπα που ήταν κοντά στον πρόγονό της και τον επηρέαζαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αποφασισμένη να μη σταματήσει μέχρι να πετύχει το στόχο της. Κάτι που τελικά κατάφερε, αλλά όχι χωρίς συνέπειες σε βάθος χρόνου.

Στη συνέχεια η δράση αλλάζει πρωταγωνιστή καθώς στο προσκήνιο έρχεται ο Φρειδερίκος, γιος του Χριστιανού και της Καρολίνας, ο οποίος ζει τα πρώτα χρόνια της ζωής του απομακρυσμένος από τους γονείς του. Μεγαλώνοντας, αναλαμβάνει δράση∙ καταφέρνει να γίνει αντιβασιλέας και αποφασίζει, μαζί με πιστούς του συμβούλους, να εφαρμόσει τους προοδευτικούς νόμους του πατέρα του, καθώς και άλλους που σηματοδότησαν βασικές αλλαγές στον πολιτικό και κοινωνικό, κυρίως, χάρτη της Ευρώπης.

Το μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε δύο μέρη, με σημαντική διαφορά στο ύφος μεταξύ τους. Το πρώτο μέρος έχει τη μορφή ημερολογίων, με τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα της ιστορίας να αφηγούνται εκ περιτροπής τα γεγονότα. Με το εύρημα της ημερολογιακής καταγραφής, ο Φο κάνει τους ήρωές του πιο προσιτούς και πιο ανθρώπινους, ενώ παράλληλα αφήνει τον αναγνώστη σχεδόν ανεπηρέαστο να βγάλει τα συμπεράσματά του γι’ αυτούς και τις πράξεις τους. Εξάλλου, δεν υπάρχει καλύτερο δείγμα για την προσωπικότητα ενός ανθρώπου από μια προσωπική του εξομολόγηση. Το δεύτερο μέρος, που αναφέρεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στον γιο του Χριστιανού, Φρειδερίκο, είναι γραμμένο σε τρίτο πρόσωπο, σαν να λέμε από την πλευρά του ιστορικού. Αναφέρονται εδώ πολλές ιστορικές λεπτομέρειες για την εποχή, για τους νόμους που εφαρμόστηκαν εν μέσω πολλών αντιδράσεων, ενώ γίνεται εις βάθος σκιαγράφηση της προσωπικότητας του Φρειδερίκου μέσα από τις δραστηριότητές του από τη θέση του αντιβασιλέα αλλά και από τις ιδιαιτερότητες της προσωπικότητάς του.

Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του, μιλώντας για το βιβλίο, ο Ντάριο Φο ανέφερε ότι αυτό που του κέντρισε περισσότερο το ενδιαφέρον στη συγκεκριμένη ιστορία ήταν το ότι τα καταγεγραμμένα ντοκουμέντα παρέλειπαν πολλές σημαντικές λεπτομέρειες ή λογόκριναν άλλες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν μεγάλα κενά αλλά και λανθασμένες ίσως εκτιμήσεις. Έκανε λοιπόν προσωπική έρευνα και μπόρεσε να αντλήσει στοιχεία από άλλες πηγές για να καταφέρει να έχει μια συνολική εικόνα που να καλύπτει όχι μόνο την εποχή αλλά και τους ήρωές του, με όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία για το χαρακτήρα και το οικογενειακό και κοινωνικό υπόβαθρό τους. Αυτά τα στοιχεία τα ενώνει πολύ έξυπνα με δικές του παρεμβάσεις, πάντα με το άλλες φορές λεπτό κι άλλες φορές καυστικό χιούμορ του, με μικρά αλλά εύστοχα σχόλια για τη δική μας εποχή, και διακριτικά κλεισίματα του ματιού που μπορεί και να περάσουν απαρατήρητα, αξίζει ωστόσο να μπει κανείς στον κόπο να τα ανακαλύψει.

Τα πορτρέτα που συνοδεύουν το κείμενο έχουν φιλοτεχνηθεί από τον ίδιο τον Ντάριο Φο. Με βάση πρωτότυπες προσωπογραφίες εκείνης της εποχής, ο Φο τα ξαναέφτιαξε από την αρχή, δίνοντάς τους μια μοντέρνα άποψη, και παρόλο που πρόκειται για απλές απεικονίσεις προσώπων, δεν λείπει αυτή η ιδιαίτερη λεπτομέρεια από την κάθε μία, που τονίζει κάτι από τον χαρακτήρα ή την προσωπικότητα του ήρωα που αναπαριστά. Αυτά τα πορτρέτα αποτελούν βασικό συστατικό της ιστορίας και της αφήγησής της – άλλωστε και ο ίδιος ο Ντάριο Φο αφιερώνει ένα μικρό κεφάλαιο στο τέλος για την παρουσίαση και μια σύντομη ανάλυσή τους, προσθέτοντας τα δικά του καίρια και χιουμοριστικά σχόλια γι’ αυτά. Η πολύ καλή μετάφραση είναι της Φωτεινής Ζερβού.


Δημοσιεύτηκε στο DIASTIXO τον Νοέμβριο του 2016
http://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/5984-dario-fo-trelos-vasilias