28 September 2020

Άντι Σέπερντ: Το αγόρι που μεγάλωνε δράκους

 Όταν ο μικρός Τόμας βρίσκει στον κήπο του παππού του ένα άγνωστο δέντρο με παράξενους καρπούς, δεν μπορεί να φανταστεί ότι θα γίνει η αιτία να αποκτήσει το πιο ξεχωριστό κατοικίδιο που είχε ποτέ παιδί: έναν αξιολάτρευτο μικροσκοπικό δράκο που λαμπυρίζει και χωράει στην τσέπη του. Φυσικά η συνύπαρξη με ένα τόσο ιδιαίτερο κατοικίδιο μέσα σε ένα σχετικά συμβατικό σπίτι δεν είναι και η πιο εύκολη υπόθεση. Όχι μόνο πρέπει να προσέχει να μην γίνει αντιληπτός ο δράκος του από τους γονείς του, όχι μόνο έχει την έγνοια μην τυχόν και η πανέξυπνη και παρατηρητική μικρή αδελφή του, που έχει στο μεταξύ καταλάβει τα πάντα, ξεφουρνίσει τίποτα κατά λάθος μέσα στα ακατάληπτα λογάκια της, όχι μόνο είναι ανάγκη να μάθει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα όσο γίνεται περισσότερα για τους δράκους και τις συνήθειές τους, αλλά επιπλέον έχει ν’ αντιμετωπίσει και τους… κακούς της υπόθεσης: τον στριμμένο γείτονα του παππού του που είναι συνεχώς εξοργισμένος με τους πάντες και τα πάντα, και ιδίως με τον ίδιο τον Τόμας, και τον Λίαμ, τον νταή συμμαθητή του που δεν χάνει ευκαιρία να τον κοροϊδέψει και να τον φοβερίσει. Ευτυχώς έχει σταθερούς συμπαραστάτες τους τρεις καλούς του φίλους, τον Τεντ, την Κατ και τον Κάι, στους οποίους αναγκάζεται κάποια στιγμή να εξομολογηθεί το μεγάλο του μυστικό, αλλά και τον καλοκάγαθο παππού του, που τον υπεραγαπάει.

«Το αγόρι που μεγάλωνε δράκους» είναι το πρώτο βιβλίο της Βρετανίδας Άντι Σέπερντ, ενώ σύντομα πρόκειται να κυκλοφορήσει στα ελληνικά και η συνέχειά του, «Το αγόρι που ζούσε με δράκους». Γεννημένη στο Έσεξ, η Άντι Σέπερντ είχε από μικρή το μυαλό της γεμάτο ιδέες καθώς, όπως λέει η ίδια, για εκείνη τα πάντα ήταν ιστορίες που περίμεναν να συμβούν. Έχει τον δικό της προσωπικό δράκο, τον οποίο έχει ονομάσει Γκλιντ, που της φέρνει έμπνευση όταν τη χρειάζεται και καμιά φορά της δίνει λύσεις μέσα από τα όνειρά της. 

Η ιστορία ξεδιπλώνεται με έξυπνο χιούμορ και η πλοκή εκτυλίσσεται μέσα από καθημερινά ευτράπελα  που επικεντρώνονται στις αγωνιώδεις προσπάθειες του Τόμας να κρατήσει την ύπαρξη του δράκου μυστική από τον οικογενειακό και κοινωνικό του περίγυρο. Ο δράκος δεν είναι ένα κατοικίδιο σαν όλα τα άλλα – απαιτεί ιδιαίτερη, πιο εξειδικευμένη φροντίδα, ενώ η παρουσία του έχει συνέπειες που άλλοτε είναι αστείες, άλλοτε καταστροφικές, άλλοτε είναι και τα δύο. Όμως ούτε ο Τόμας είναι ένα συνηθισμένο παιδί: όταν ήταν πολύ μικρός, είχε ζήσει μια πολύ σοβαρή περιπέτεια με την υγεία του, κάτι που αναπροσάρμοσε ριζικά τις συνθήκες της ζωής της ευρύτερης οικογένειάς του, και όχι χωρίς συνέπειες. Η φαντασία εισβάλλει στην καθημερινότητά του όταν βρίσκεται να έχει υπό την προστασία του τον μικρό δράκο, τον οποίο βαφτίζει Λάμπη εξαιτίας των λαμπερών φολίδων στο δέρμα του. Η ζωή του γίνεται συναρπαστική από τη μια στιγμή στην άλλη, και ανακαλύπτει και πράγματα για τον εαυτό του που δεν τα ήξερε καν. Η δράση από ένα σημείο και πέρα είναι καταιγιστική, ιδίως από τη στιγμή που η παρέα του Τόμας μαθαίνει το μυστικό του και, στη συνέχεια, μπλέκουν στην ιστορία και άλλοι δράκοι, που ο καθένας είναι διαφορετικός, με τη δική του προσωπικότητα.

Ισορροπώντας ανάμεσα στην πραγματικότητα και το μαγικό στοιχείο, η ιστορία του Τόμας θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια δυνατή υπενθύμιση σχετικά με το πόσο σημαντική είναι η φαντασία στη ζωή μας, αλλά και πόσο αναγκαίο είναι να μην ξεχνάμε ποτέ το παιδί που κρύβεται μέσα μας. Άλλωστε, όπως λέει και ο Τόμας, για να μπορέσεις να αποκτήσεις έναν δράκο, πρέπει να το θέλεις πραγματικά - το να το θέλεις, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να τον βρεις και να τον βάλεις στη ζωή σου. Ο δράκος του γεννήθηκε μέσα από τον καρπό ενός παράξενου δέντρου, το οποίο σε άλλη περίπτωση, αν είχε φυτρώσει σε άλλον κήπο, μπορεί και να το είχαν ξεριζώσει. Με άλλα λόγια, αν κάτι φαίνεται ασυνήθιστο, δεν σημαίνει πως πρέπει να το εξαφανίσουμε. Όλοι και όλα έχουν θέση στον κόσμο μας, και όταν περνάει από το χέρι μας, καλό είναι να δίνουμε ευκαιρίες, είτε έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους, είτε με δράκους, γιατί πολλές φορές τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται.

Στο παιχνιδιάρικο κλίμα της ιστορίας κινούνται και οι χαριτωμένες, ασπρόμαυρες εικόνες της πολυβραβευμένης εικονογράφου Σάρα Όγκιλβι, ενώ η ολοζώντανη, ρέουσα μετάφραση είναι της Βούλας Αυγουστίνου.


Δημοσιεύτηκε στο DIASTIXO τον Σεπτέμβριο του 2020
https://diastixo.gr/kritikes/paidika/14951-agori-drakoys

22 September 2020

Μπεθ Φέρι: Το Σκιάχτρο

Η φιλία μπορεί να γεννηθεί εκεί που δεν το περιμένει κανείς, εκεί όπου φαίνεται αδύνατο να υπάρξει. Το Σκιάχτρο, ο αντισυμβατικός και απρόσμενος πρωταγωνιστής της πολύ όμορφης και συγκινητικής ιστορίας της Μπεθ Φέρι, στέκεται μόνο του στη μέση ενός χωραφιού, ακίνητο στη θέση του, παραδομένο σε κάθε είδους καιρικές συνθήκες και υπομένει τα πάντα χωρίς διαμαρτυρία. Έχει αποδεχτεί τον προορισμό του και κάνει κάθε μέρα το καθήκον του. Τα πουλιά ξέρουν ότι πρέπει να μένουν μακριά του και τα ζώα δεν το πλησιάζουν ποτέ. Ώσπου μια μέρα ένα τραυματισμένο κοράκι βρίσκει καταφύγιο στην αγκαλιά του. Το Σκιάχτρο το περιθάλπει για όσο καιρό χρειάζεται, το φροντίζει με αγάπη ώσπου να γίνει καλά και να μπορέσει και πάλι να πετάξει. Έρχεται λοιπόν αυτή η μέρα, και το κοράκι φεύγει. Δεν θα ξεχάσει όμως ποτέ το Σκιάχτρο και την καλοσύνη του, και θα επιστρέψει επιφυλάσσοντάς του μια υπέροχη έκπληξη.

Το Σκιάχτρο, σαν «αντικείμενο» αλλά και σαν θέμα, συναντάται συχνά στα παραμύθια και τις ιστορίες για παιδιά. Όντας κάτι που χρησιμοποιείται για φόβητρο ενώ στην ουσία είναι ένα άκακο κατασκεύασμα που αποτελείται από τα πιο ευτελή και αθώα υλικά, είναι ένα από τα ισχυρά σύμβολα που επιστρατεύονται σε μια αφήγηση, υποδηλώνοντας την άδολη φύση των ανθρώπων που για τον έναν ή τον άλλο λόγο ζουν παραγκωνισμένοι από το κοινωνικό σύνολο. Επιπλέον, αυτό το «πλάσμα» που ουσιαστικά είναι μια απομίμηση ανθρώπου, μια καρικατούρα, είναι το ακριβώς αντίθετο από την σκληρότητα και την κακία που μπορεί να νιώσει η ανθρώπινη ψυχή. Παράλληλα το κοράκι, εξ ορισμού συνδυασμένο με αρνητικά πράγματα για τους ανθρώπους, είναι ωστόσο ένα πανέμορφο πλάσμα, όπως όλα τα πλάσματα της φύσης. Το Σκιάχτρο και το κοράκι συνδέονται κάτω από αντίξοες συνθήκες, και δίνουν άτυπα έναν σιωπηλό όρκο φιλίας, ο οποίος δεν είναι απλά μια τυπική συμφωνία, αλλά κάτι ιδιαίτερα ουσιαστικό, που αντέχει στον χρόνο, καθώς αργότερα το κοράκι θα έρθει να ανταποδώσει την καλοσύνη του Σκιάχτρου και με το παραπάνω, επισφραγίζοντας έτσι τη φιλία τους. 

Η Μπεθ Φέρι είναι συγγραφέας παιδικών βιβλίων από τη Νέα Υόρκη και, όπως λέει η ίδια, το «σκιάχτρο» είναι μία από τις αγαπημένες της λέξεις, και πολύ θα ήθελε να έχει ένα στον κήπο της, παρ’ όλο που δεν το χρειάζεται. Η ιδέα για την ιστορία αυτή γεννήθηκε στο μυαλό της κάποια στιγμή που σκέφτηκε ότι εφόσον υπάρχουν σκιάχτρα, λογικά θα πρέπει να υπάρχουν και τρομαγμένα κοράκια, επομένως ήταν μια πρόκληση να σκεφτεί τι θα γινόταν αν προέκυπτε αναπάντεχα μια φιλία μεταξύ τους. Το βιβλίο δεν εξετάζει μόνο το νόημα της φιλίας και της αλληλεγγύης, αλλά και το πώς μπορεί το καθήκον να συνυπάρξει με την ανθρωπιά. Όσο κι αν ακούγεται παράταιρο αυτό το τελευταίο, μιας και οι ήρωες δεν είναι άνθρωποι, φτάνει να σκεφτούμε ότι τα παραμύθια μας κατευθύνουν με τους συμβολισμούς και τις αλληγορικές τους εικόνες να κάνουμε τις συσχετίσεις μας και να ανακαλύπτουμε τις αντιστοιχίες τους με ό,τι συμβαίνει στις ανθρώπινες κοινωνίες. Μπορεί το Σκιάχτρο να είχε καθήκον να κρατάει τα κοράκια μακριά, μόλις όμως αντιλήφθηκε ότι το συγκεκριμένο κοράκι είχε ανάγκη, δεν δίστασε να προσφέρει απλόχερα τη βοήθειά του.

Η τρυφερή ιστορία, γραμμένη με λυρικούς στίχους και σε ωραία απόδοση από την Μάρω Ταυρή, πλαισιώνεται από τις πανέμορφες εικόνες των Τέρι και Έρικ Φαν, εικονογράφων με ένα πολύ ξεχωριστό, παραμυθένιο ύφος που συνδυάζει άψογα το ονειρικό με το ρεαλιστικό στοιχείο. Η εναλλαγή των εποχών, αλλά και οι αλλαγές που επιφέρουν ο χρόνος και οι καιρικές συνθήκες στο Σκιάχτρο, αποδίδονται με τις ανάλογες χρωματικές παλέτες και τις αποχρώσεις τους, μέσα σε μαγευτικά τοπία που δείχνουν σχεδόν τρισδιάστατα χάρις στην αρμονική χρήση των χρωμάτων που χαρακτηρίζουν κάθε εποχή -το «ξηρό» κίτρινο για το καλοκαίρι, το μελαγχολικό γκρι-λευκό για τον χειμώνα, το ανθισμένο πράσινο για την άνοιξη- ενώ μικρές λεπτομέρειες δίνουν επιπλέον ζωντάνια στην κάθε εικόνα: λευκές πεταλούδες, μια πασχαλίτσα, ροζ λουλούδια ξεπετάγονται μέσα από το γρασίδι, τονίζοντας την αναγέννηση που φέρνει ο ερχομός της άνοιξης, σε αντίθεση με το χειμωνιάτικο τοπίο όπου η έλλειψη αντίστοιχων στοιχείων υπογραμμίζει τη ναρκωμένη φύση.


Δημοσιεύτηκε στο DIASTIXO τον Σεπτέμβριο του 2020

11 September 2020

Κιμ Χίλγιαρντ: Η Μυρτώ και το βουνό

Η Μυρτώ είναι ένα μικροσκοπικό πλασματάκι: μια… μύγα! Κι όμως έχει βάλει σκοπό να πραγματοποιήσει τρία μεγάλα σχέδια: να σκαρφαλώσει ένα βουνό, να οργανώσει ένα δείπνο, και να γίνει φίλη με έναν καρχαρία. Για έναν άνθρωπο, το πρώτο είναι σχετικά απλό, το δεύτερο πανεύκολο, το τρίτο μάλλον ανέφικτο. Για μια μύγα, πάλι, τα πράγματα είναι προφανώς πιο δύσκολα για ό,τι κι αν βάλει στο μυαλό της. Η Μυρτώ ωστόσο είναι αποφασισμένη, και χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση βάζει μπρος το πρώτο και ιδιαίτερα φιλόδοξο σχέδιό της: να βρει ένα βουνό και να το σκαρφαλώσει.

Οι δικοί της την αποθαρρύνουν συνεχώς, όμως εκείνη δεν ακούει κανέναν. Ακολουθεί τις επιθυμίες της και πιστεύει μόνο τον εαυτό της. Βρίσκει το ιδανικό βουνό και ξεκινάει την αναρρίχηση. Δεν είναι καθόλου εύκολη η διαδρομή. Όχι μόνο λόγω των πρακτικών και τεχνικών δυσκολιών, αλλά και εξαιτίας όλων εκείνων που συναντάει στο δρόμο της και που έχουν βάλει παρόμοιο στοίχημα με τον εαυτό τους. Άλλοι την κοροϊδεύουν γιατί μπορεί να μην είναι τόσο δυνατή, άλλοι επειδή δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένη. Κάποια στιγμή απογοητεύεται και σκέφτεται μέχρι και να τα παρατήσει. Όμως σύντομα ξαναβρίσκει το κουράγιο και την αισιοδοξία της, αρχίζει και κάνει χαρούμενες σκέψεις κάθε φορά που νιώθει να ζορίζεται και δεν το βάζει κάτω. 

«Η Μυρτώ και το βουνό» είναι το πρώτο βιβλίο που έγραψε και εικονογράφησε η Βρετανίδα Κιμ Χίλιαρντ, η οποία έχει εργαστεί ως δημοσιογράφος, παρουσιάστρια αλλά και φωνητική ηθοποιός. Είναι μια μικρή, χαρούμενη αλλά απόλυτα ουσιαστική ιστορία που επικεντρώνεται σε ένα θέμα που απασχολεί αν όχι όλους, τους περισσότερους ανθρώπους: τα όνειρα που βρίσκουν προσκόμματα στην πορεία της πραγματοποίησής τους επειδή σχεδόν πάντα όλο και κάποιος θα πει το αποθαρρυντικό του λογάκι. Είτε από ζήλια, είτε από άγνοια, είτε πολλές φορές εντελώς μηχανικά, ο κοινωνικός περίγυρος φαίνεται να μην αποδέχεται εύκολα ό,τι ξεφεύγει από τα τετριμμένα ή τα αναμενόμενα. Κάπως έτσι και η Μυρτώ, αυτό το τόσο δα πλασματάκι με τα μεγάλα όνειρα, αποφασίζει να κάνει κάτι που φαντάζει αδιανόητο για τα δικά της μέτρα. Αν και αντιμετωπίζει αρνητισμό και αποδοκιμασία όταν ανακοινώνει τα σχέδιά της, δείχνει αποφασιστικότητα και γενναιότητα δυσανάλογη του μεγέθους της, και κοιτάζει μόνο μπροστά.

Πολλά μηνύματα αισιοδοξίας, αλλά και τροφή για σκέψη προσφέρει η μικρή Μυρτώ. Το βουνό, φυσικά, έχει και τη συμβολική του σημασία, καθώς αντιπροσωπεύει όλα αυτά που έχουμε ν’ αντιμετωπίσουμε, δυσάρεστα ή ακόμα και ευχάριστα, και φαίνονται αρχικά εξαιρετικά δύσκολα. Στην περίπτωση της Μυρτώς, το βουνό είναι και κυριολεκτικό. Δεν ξεκινάει από τα εύκολα η μικροσκοπική φτερωτή πρωταγωνίστρια της ιστορίας. Πηγαίνει κατευθείαν να κατακτήσει την κορυφή του στόχου της. Άλλωστε είναι γνωστό ότι όταν καταφέρεις το πιο δύσκολο, όλα τα άλλα μετά σου φαίνονται παιχνιδάκι. 

Η συγγραφέας παρακολουθεί την ηρωίδα της με αγάπη και την κατευθύνει μέσα από τις γλυκύτατες εικόνες που η ίδια έχει φιλοτεχνήσει. Η Μυρτώ αναπαρίσταται σαν μια μικρή μαύρη κουκίδα, μέσα σε τοπία και σκηνικά με πολλές αντιθέσεις. Τα σχήματα και τα αντικείμενα ξεπηδούν μέσα από τις σελίδες ανάλαφρα, χωρίς περιοριστικά περιγράμματα, με απαλά χρώματα και επιφάνειες, ζωηρά χρώματα εκεί που χρειάζεται, πιο «ήρεμα» όπου το κείμενο το επιβάλλει, αλλά πάντα σταθερά, στέρεα, συμπαγή. «Η Μυρτώ και το βουνό» αφηγείται μια απλή ιστορία, μικρή σαν την ηρωίδα της, αλλά με μεγάλο νόημα, που μπορεί να πει πολλά με λίγα ουσιαστικά λόγια.


Δημοσιεύτηκε στο DIASTIXO τον Σεπτέμβριο του 2020
https://diastixo.gr/kritikes/paidika/14845-myrto-voyno