17 July 2020

Τζάνι Ροντάρι: Ο Αόρατος Τονίνο

Και τι δε θά’ δινε ο Τονίνο για να γίνει αόρατος! Να μην τον βλέπει ο δάσκαλος στην τάξη, να πειράζει τους συμμαθητές του χωρίς να τον παίρνουν είδηση, να βρίσκει θέση στο τρόλεϊ. Και να που μια μέρα η ευχή του γίνεται πραγματικότητα. Επιτέλους γίνεται αόρατος κι αρχίζει να απολαμβάνει όλα όσα του προσφέρει αυτή η νέα συνθήκη. Για πόσο όμως θα μπορεί να επωφελείται απ’ αυτήν; Είναι όντως θετικό να ζει κανείς αόρατος μέσα σε ένα πολυμελές σύνολο;

Η ανάγκη για ανεξαρτησία και αυτονομία ξεκινάει από τη στιγμή που το παιδί συνειδητοποιεί τον εαυτό του και αναζητά τη θέση του μέσα στην κοινωνία. Δεν είναι εύκολο, όταν κάποιος είναι σε πολύ μικρή ηλικία, να επιβληθεί σ’ έναν κόσμο ενηλίκων, όπως είναι η οικογενειακή εστία, ή σε ένα περιβάλλον όπου αναγκάζεται να υπακούει σε εντολές και να ακολουθεί ένα προκαθορισμένο πρόγραμμα, όπως είναι το σχολείο. Καθώς το παιδί δεν έχει ακόμα διαμορφώσει την προσωπικότητά του, ούτε και έχει ανακαλύψει τις δυνατότητες και τα ταλέντα που θα το κάνουν να διακριθεί και να αποκτήσει ξεχωριστή οντότητα, καταφεύγει στην “εύκολη” λύση: να εξαφανιστεί. Ο Τονίνο χαίρεται αρχικά με την καινούρια αυτή κατάσταση. Είναι κάτι που ευχόταν συνεχώς, και να που καμιά φορά οι ευχές πραγματοποιούνται. Σ’ έναν κόσμο μαγικό, βέβαια, όπως είναι η φαντασία των παιδιών, αλλά και το σύμπαν που ο μοναδικός Τζάνι Ροντάρι ήξερε να δημιουργεί με τις ιστορίες του.

Ο Τζάνι Ροντάρι (1920-1980), από τους πλέον φημισμένους συγγραφείς παιδικών βιβλίων και τιμημένος με το βραβείο Άντερσεν το 1970, έχει προσφέρει στην παιδική λογοτεχνία μερικά από τα πιο αξιόλογα και διαχρονικά έργα, παραμύθια, ιστορίες αλλά και πρωτότυπα παιδαγωγικά εγχειρίδια, γραμμένα πάντα με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Τα κείμενά του χαρακτηρίζουν η εφευρετικότητα και η αμεσότητα των νοημάτων, η δημιουργικά διαδραστική χρήση της γλώσσας, η λιτή, φυσική έκφραση αλλά και το χιούμορ και το φαντασιακό στοιχείο που εμπλέκεται σε καθημερινές καταστάσεις πότε με πιο ξεκάθαρο και πότε με πιο συμβολικό τρόπο. Ο Αόρατος Τονίνο εκδόθηκε το 1980 και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ελληνικά το 1990 με τον τίτλο Αντωνάκης ο Αόρατος. Στην καινούρια έκδοση που έχουμε στα χέρια μας αυτή τη στιγμή, η πολύ όμορφη μετάφραση είναι της Άννας Παπασταύρου. 

Η μοντέρνα, ευφάνταστη εικονογράφηση έχει φιλοτεχνηθεί από τον Αλεσάντρο Σάνα, έναν από τους πιο δημοφιλείς και σημαντικούς σύγχρονους εικονογράφους παιδικών βιβλίων στην Ιταλία. Σχεδόν τα πάντα μοιάζουν να είναι σε κίνηση: άνθρωποι, αντικείμενα, στοιχεία της φύσης μοιάζουν να βρίσκονται στη διαδικασία εκτέλεσης μιας χορευτικής παράστασης. Οι εντυπωσιακές φιγούρες με τα φωτεινά χρώματα έρχονται σε αντίθεση με τη μορφή του Τονίνο, όπως ο εικονογράφος την έχει αποδώσει με ένα απλό περίγραμμα από μικρές τελείες που μοιάζει με τις μαγικές εικόνες που συμπληρώνονται σιγά σιγά όταν ενώνεις αριθμούς μεταξύ τους με γραμμές. Μόνο τα μαλλιά του έχουν μια πιο συνεκτική μορφή, και μπορεί η κλίση τους προς τα επάνω να υποδηλώνει την ανάγκη του παιδιού για απελευθέρωση, αλλά από την άλλη το έντονο χρώμα τους και οι σταθερές γραμμές τους υπαινίσσονται το κομμάτι εκείνο του εαυτού του που θέλει να παραμείνει μέσα στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον σαν ένα υπαρκτό και ενεργό μέλος.

Γιατί μόλις πραγματοποιηθεί το όνειρό του και γίνει αόρατος, τι του μένει πια να λαχταρήσει; Τίποτα απολύτως. Διαπιστώνει ότι το να είναι κανείς αόρατος μπορεί μεν να έχει τα καλά του, όμως τα αρνητικά είναι πολύ περισσότερα. Ο ηλικιωμένος κύριος που κάθεται στο παγκάκι και ζει τη ζωή του αθέατος από τους συνανθρώπους του μάλλον έχει πολλά να του πει γι’ αυτό. Μέσα στην κοινωνία κυκλοφορούν πολλοί “αόρατοι” άνθρωποι. Άλλοτε επειδή οι ίδιοι έχουν επιλέξει να ζουν στο περιθώριο, άλλοτε επειδή το σύνολο τους έχει για κάποιο λόγο απομονώσει. Όπως και να έχει, είναι μια κατάσταση που ακόμα κι αν είναι ευχάριστη για όποιον την αποζητά, έρχονται στιγμές που η αρνητική της πλευρά έρχεται στην επιφάνεια καθώς η επιθυμία για συντροφικότητα και επικοινωνία αναπόφευκτα θα κάνει την εμφάνισή της.

Ο Τονίνο είναι ένα συνηθισμένο παιδί, και όπως όλα τα παιδιά θέλει να κυριαρχήσει στο περιβάλλον του. Να οριοθετήσει τον χώρο του και να κινείται μέσα σ αυτόν όπως επιθυμεί. Όμως δεν θ’ αργήσει να καταλάβει αφ’ ενός ότι η συνύπαρξη με άλλους ανθρώπους συνεπάγεται και υποχωρήσεις από όλους, και αφ’ ετέρου ότι όλα τα μέλη ενός συνόλου είναι σημαντικά και αξίζουν την προσοχή μας. Μπαίνοντας για λίγο, έστω και με διαφορετικό κίνητρο, στη θέση ενός ανθρώπου που περνάει απαρατήρητος, συνειδητοποιεί ότι δεν είναι και τόσο ευχάριστο τελικά να είναι κανείς αόρατος, όσο συναρπαστική κι αν φαίνεται αυτή η εκδοχή.


Δημοσιεύτηκε στο DIASTIXO τον Ιούλιο του 2020