6 January 2019

Ηλίας Μάστορης: Τα βελούδινα σκοτάδια

Μια ιδιαίτερα σημαντική και αξιόλογη στιγμή στην καλλιτεχνική πορεία του Ηλία Μάστορη, μουσικού και στιχουργού από τη Βοιωτία, είναι το άλμπουμ Τα Βελούδινα Σκοτάδια. Είχε προηγηθεί το θαυμάσιο ορχηστρικό ταξίδι Ο Ήχος της Πόλης, όπου ο Ηλίας Μάστορης, με την ιδιότητα του συνθέτη, απέδωσε με μελωδίες την ψυχή πόλεων του κόσμου με ιδιαίτερη σημασία. Στα ‘Βελούδινα Σκοτάδια’ περιορίζει τον εαυτό του κυρίως στον ρόλο του στιχουργού: έχει γράψει τη μουσική σε τρία από τα δεκατέσσερα κομμάτια και εμπιστεύεται τη μελοποίηση των υπόλοιπων στίχων του στον Μιχάλη Τερζή, τον Νεοκλή Νεοφυτίδη, τον Μανόλη Ανδρουλιδάκη, τον Στάθη Γκότση, τον Κώστα Τρουμπούκη, τον Γιώργο Ζωγράφο και τον Αντώνη Παπαγγελή.

Είναι πολύ ενθαρρυντικό το ότι εξακολουθούν να πέφτουν στα χέρια μας ολοκληρωμένες δισκογραφικές δουλειές. Όσο ωραίο και αυτόνομο και αν είναι ένα μεμονωμένο κομμάτι, αποκτά άλλη διάσταση αν το δούμε μέσα στο σύνολο από το οποίο προέρχεται. Ένα CD μουσικής είναι όπως ένα βιβλίο – αφηγείται μία ή περισσότερες ιστορίες. Πολλές φορές οι ιστορίες αυτές αλληλοσυμπληρώνονται ή απαντούν η μία στην άλλη. Οι ιστορίες που ξεδιπλώνονται μέσα από τα Βελούδινα σκοτάδια έχουν ως κοινό παρονομαστή τον στιχουργό – αφηγητή, ο οποίος κάθε φορά αλλάζει υπόσταση: ο Μανώλης Μητσιάς, η Ηρώ Σαϊα, ο Χάρης Μακρής, ο Πάνος Παπαϊωάννου, η Σοφία Παπάζογλου, ο Θανάσης Βούτσας, η Ρίτα Αντωνοπούλου, η Ερωφίλη, ο Δημήτρης Μπάκουλης και ο Γιάννης Λεκόπουλος ερμηνεύουν υπέροχα τις μουσικές ιστορίες του Ηλία Μάστορη, ιστορίες γεμάτες ευαισθησία, συγκίνηση αλλά και προβληματισμούς.

Σαν μια συλλογή μουσικών αφηγημάτων λοιπόν, τα Βελούδινα Σκοτάδια κεντρίζουν το ενδιαφέρον από εκεί που πέφτει πρώτα το μάτι: την εικόνα του εξωφύλλου. Η φωτογραφική σύνθεση της Μαρίας Κοσσυφίδου, με την ασπρόμαυρη φιγούρα ενός κοριτσιού που παίζει με ένα τόπι – φεγγάρι μέσα σε ένα πρασινοκίτρινο εξοχικό τοπίο, θυμίζει τα όνειρα που βλέπουμε, όπου οι μορφές και τα σχήματα δεν είναι ξεκάθαρα και μπορούν να ερμηνευθούν με διάφορους τρόπους. Πολλές φορές χρειάζεται να ανατρέξουμε σε μνήμες, σε εικόνες από το παρελθόν για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε τα όνειρά μας. Κάπως έτσι συμβαίνει και με τα βελούδινα σκοτάδια. Είναι, ουσιαστικά, τα σκοτάδια της ψυχής. Δεν ξέρουμε τι κρύβουν, ωστόσο τα νιώθουμε τόσο οικεία – γι’ αυτό άλλωστε είναι και βελούδινα. Είναι η εντελώς δική μας ‘κρυψώνα’ όπου βρισκόμαστε με τον εαυτό μας, ερχόμαστε αντιμέτωποι μ’ αυτόν, εκφραζόμαστε ελεύθερα, κάνουμε τις εσωτερικές μας αναζητήσεις. Εκεί κρύβονται οι φόβοι, οι επιθυμίες, τα ανομολόγητα μυστικά. Οι έρωτες του παρελθόντος, οι αγωνίες, οι ανησυχίες μας. Ίσως και πράγματα που μας πονάνε, αλλά κι αυτά είναι μέρος της βιωμένης μας ζωής. Τίποτα απ’ αυτά δεν μπορεί να απορριφθεί, καθώς όλα μαζί μάς πάνε μπροστά, μας εξελίσσουν. 

Μας προδιαθέτει το εξώφυλλο για τραγούδια – ιστορίες που προσφέρονται για πολλές ακροάσεις και απευθύνονται σε πολλές και διαφορετικές διαθέσεις. Λαϊκά ή λαϊκότροπα κατά βάση, αφήνουν ωστόσο χώρο και για πιο λυρικές, έντεχνες στιγμές. Το πολυσύνθετο Του σχοινοβάτη η αγωνία που ξεκινάει το CD, φόρος τιμής στην ρεμπέτικη κληρονομιά μας, είναι σε πρώτο επίπεδο ένα καθαρόαιμο λαϊκό κομμάτι, ωστόσο μέσα στους στίχους του, αλλά και στον τίτλο, γίνεται αναφορά στην Μαρίκα Νίνου η οποία ήταν ακροβάτις προτού γίνει ‘τρανή αρτίστα’. Αναπάντεχα το δεύτερο κομμάτι στρέφεται σε άλλη κατεύθυνση, μιλάει για την ‘άλλη πλευρά του φεγγαριού’ που δεν έχει ζωή: οι Ανθρώπινες Πλημμύρες είναι ένας αργός, υποβλητικός μονόλογος για όλες εκείνες τις κρυφές γωνιές της ανθρώπινης ύπαρξης όπου σχεδόν ποτέ δεν πέφτει ούτε το ελάχιστο φως. Αρχίζει από κει και πέρα η έκφραση να γίνεται πιο προσωπική, πιο εξομολογητική, πιο περίπλοκη (Το δωμάτιο, Στη μοιρασιά του κούκου, Κρυφή μου παραζάλη), ενώ σε δευτερεύοντα ρόλο παρεμβάλλονται και γενικότεροι προβληματισμοί (Στην άδεια πόλη). Η εξέλιξη των τραγουδιών φτάνει σε ένα εντυπωσιακό, δυναμικό κρεσέντο στο Ενός λεπτού φασαρία, ένα επιβλητικό εμβατηριακό βαλς με απαισιόδοξη, ελαφρώς (αυτο)σαρκαστική διάθεση αλλά όχι χωρίς ένα θετικό μήνυμα στο τέλος: ‘Τούτη τη νύχτα μη μασάς / θα φύγει θα περάσει / τις Θερμοπύλες να κρατάς / και ας σε έχουνε κουράσει’. Στη συνέχεια έρχονται στο προσκήνιο οι αναμνήσεις (Της μνήμης τα θλιμμένα) και οι ενδόμυχες σκέψεις (Η Γέννα, Οι θυρίδες του δόλου, Σπασμένα μου φτερά). Και λίγο πριν την κατάληξη, ο αφηγητής κάνει έναν απολογισμό ζωής με άξονα την καλλιτεχνική αναζήτηση η οποία δεν τελειώνει ποτέ (Η δική μου Μούσα). Στης Ήττας τα τοπία είναι που ο αφηγητής κατονομάζει ευθέως τα βελούδινα σκοτάδια, κι εκεί συνεχίζει την αναζήτηση η οποία ωστόσο περνάει πια και σε έναν άλλο, καλά προφυλαγμένο νοητό χώρο συναισθημάτων, για να κλείσει, στον Απόμαχο, μέσα σε τρεις στίχους, τους δικούς του δαίμονες που τον γυρνάνε πίσω σε κάποια ακαθόριστη παιδική ηλικία – εν μέρει πραγματική, κυριολεκτική, η οποία στ’ αλήθεια υπήρξε, ωστόσο υφίσταται και σε ένα επίπεδο συμβολικό – συναισθηματικό: ‘Μικρός κρυβόμουν στα καλάμια / για να γλιτώσω από τη Λάμια / την παιδική μου την ψυχή’.

Τα Βελούδινα Σκοτάδια του Ηλία Μάστορη συνδιαλέγονται με ήχους και εικόνες, συνθέτουν μουσικά τοπία άλλοτε οικεία και άλλοτε πρωτόγνωρα. Δημιουργούν μια ατμόσφαιρα πολύ ξεχωριστή και συναισθηματική, μια διαδρομή με πολλά και διαφορετικά μονοπάτια. Καταλήγουν ωστόσο αναπόφευκτα στο φως, στην κάθαρση που φέρνει η έκφραση μέσα από την τέχνη, την καλλιτεχνική δημιουργία. Ιδιαίτερα προσεγμένη είναι και η παραγωγή, και εξαιρετική η ομάδα των μουσικών που συνοδεύουν τους ερμηνευτές.


Δημοσιεύτηκε στο DIASTIXO τον Ιανουάριο του 2019https://diastixo.gr/allestexnes/mousiki/11331-mastoris-beloudina-skotadia-xwreanthi